κρατήσου μάτια μου

Κρατούσε λες στη χούφτα της ολάνθιστο καρπό
την απαντοχή και τη συμπόνια.
Ήταν τα μάτια της ορθάνοιχτα
σαν δυο μονάχες πυρωμένες ανθοδέσμες
που όμως ποτέ δεν άνθισαν.
Κι απόμεινε με δυο φρυγμένα χείλη
πεισματικά κλειστά
λέξη καμιά να μην αφήσουν να χαθεί
στον οχετό που την κύκλωνε.

Το’ νιωθε αυτό σαν μια μορφή ελευθερίας.
Μα ήταν στιγμές που και γι’ αυτό
φριχτά αμφέβαλλε

όταν ο ουρανός της έχασκε ορθάνοιχτος
τ' αστέρια απειλητικά απομεινάρια άλλων εποχών
και η βροχή λυτρωτική αναπνοή
αργούσε ολοένα`

κι έστεκε μοναχή

ο καρπός εκεί στη χούφτα της να σήπεται
κι ο κόσμος γύρω της να της φαντάζει τόσο ξένος
τόσο μόνος κι ανυπεράσπιστος
τόσο γελοίος
σ’ έναν μικρόκοσμο αηδίας
να περιστρέφεται ολοένα
και να ρωτάει τον ουρανό :

“είναι η όψη μου που χάνεται;
είναι η σιωπή μου που ηχεί εκκωφαντικά;
είν’ η σιωπή των άλλων;”

Μα ποιοι είν’ οι άλλοι;
Κι ο ουρανός που γύρω τους παγώνει;
Ποιοι τη βουβή ικεσία να νιώσουν;
Δική τους είναι.
Στα ματωμένα τσίνορα της γης ξαποσταίνει
Και στους κροτάφους που μέσα τους χύνεται ατόφιο υλικό
η κραυγή σου
Δική σου είναι
Και η κραυγή και ο πόνος και η οργή
Κι ο καρπός στη χούφτα δε σαπίζει
Αν έστω κι ένας τον πιστεύει
Αν έστω κι ένας τον αγγίζει.

Κρατήσου μάτια μου .

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

επική ειρωνεία

Κράχτες

Νικολάι Σταβρόγκιν