αλλότριος

Μετάλαβα ζωή , φώναζες
Μετάλαβα ζωή

Κι όμως
Το βλέμμα σου ριγμένο καταγής

Κι ένα κορίτσι έστεκε απόμακρα
- μάτια από σύννεφο θαμπά και λυπημένα -
στην όχθη ορύγματος που’ χασκε μοναχό
μίλια μακριά σου
δεν το’ βλεπες

το βλέμμα σου σερνότανε καταγής

η σκόνη το’ χε πια στοιχειώσει
γαλάζια κρούστα από θαμπωμένα μισάνοιχτα γιατί
το’ χε καλύψει

πόσο στ’ αλήθεια γέρασες
μονολόγησε το κορίτσι
σε είδε
σε γνώρισε

μονάχα εσύ δεν κατάλαβες τίποτα

το βλέμμα σου είχε καλυφθεί με τόνους λάσπη
- έβρεξε βλέπεις στο μεταξύ-
τώρα πια είχες άλλοθι αδιάψευστο
για την επιλεκτική σου ματιά
δεν είναι εύκολο να ξανάβρεις το βλέμμα σου
φώναζες
με βλέπετε , πασχίζω μερόνυχτα
τρύπια τα χέρια μου απ’ το σκάψιμο

σε βλέπαν όλοι
έσκαβες με δάχτυλα πέτρα απ την ένταση
τη λάσπη που’ χε ξεραθεί
-μεσολαβήσαν , βλέπεις , αιώνες ξηρασίας-

κοιτάξτε με , φώναζες
αίματα τρέχουν απ’ τα χέρια μου
μα εγώ αμετακίνητος στο στόχο μου

και όλοι γύρω είχαν σαστίσει
αλήθεια
άξιος ένιωθες πολύ μεγάλου επαίνου

Λίγοι μονάχα πρόσεξαν
το χρώμα των ματιών σου
πως άρχιζε σταδιακά ν’ αλλάζει

Κι ακόμη λιγότεροι μάντευαν
ότι το βλέμμα το παλιό
που αιώνες άγονης νυχτιάς το’ χαν κρυφά στοιχειώσει
θέση καμία πια δεν είχε
στην καινούρια ολοκαίνουρια όψη σου.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

επική ειρωνεία

Κράχτες

Νικολάι Σταβρόγκιν